επινεφρίνη

επινεφρίνη
Ορμόνη που παράγεται από τα επινεφρίδια. Αυξάνει τον αριθμό των χτύπων της καρδιάς και τη ροή αίματος, βελτιώνει την αναπνοή και βοηθά το σώμα να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις της άσκησης. Ονομάζεται και αδρεναλίνη (βλ. λ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αδρεναλίνη — Σπουδαία ορμόνη που παράγεται από τον μυελό των επινεφριδίων. Είναι η πρώτη ορμόνη που απομονώθηκε σε καθαρή κατάσταση το 1901 από τον Ιάπωνα Τουκαμίνε. Η α. βοηθά τον οργανισμό να κινητοποιήσει όλες τις πηγές ενέργειάς του, σε περιπτώσεις… …   Dictionary of Greek

  • κατεχολαμίνες — Οργανικές ενώσεις, παράγωγα της πυροκατεχίνης, 1,2 C6H4(OH)2. Αποτελούν σημαντική κατηγορία ορμονών και συμμετέχουν στις βιοχημικές και φυσιολογικές διεργασίες των ζωικών οργανισμών. Περιλαμβάνουν την επινεφρίνη, η οποία παράγεται κυρίως από τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”